Με βασικό μήνυμα ότι η συνεργασία και η ένωση των δυνάμεων των διαφορετικών κρίκων
της αγροδιατροφικής αλυσίδας είναι κρίσιμης σημασίας στο πολυσύνθετο περιβάλλον που διαμορφώνεται στις διεθνείς αγορές, πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο Argus Fertilizers Europe Conference στην Αθήνα.
Στη φετινή διοργάνωση συμμετείχαν πάνω από 800 άτομα από περισσότερες από 300 εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της παραγωγής, διακίνησης και εμπορίας λιπασμάτων. Με βασικούς πυλώνες τη βιωσιμότητα, τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος, το ρυθμιστικό περιβάλλον οι συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να διευρύνουν τις επαφές τους και να ενημερωθούν για τις τελευταίες εξελίξεις και τάσεις στον κλάδο των λιπασμάτων. Ο ΣΠΕΛ και τα μέλη του έδωσαν δυναμικό «παρών» και συμμετείχαν ενεργά στις εργασίες του συνεδρίου.
Συμμετέχοντας σε πάνελ «Τι προϊόντα λίπανσης αναζητά η Βιομηχανία Τροφίμων», η Γενική Διευθύντρια του ΣΠΕΛ, Δρ. Γιαννακοπούλου Φωτεινή ανέλυσε τις προκλήσεις και τις προοπτικές του κλάδου των λιπασμάτων, αναφέροντας ότι:
Οι στρατηγικές των τελευταίων χρόνων στοχεύουν στη μετάβαση σε βιώσιμα συστήματα τροφίμων, θέτοντας νέους στόχους για όλους τους συντελεστές παραγωγής. Παράλληλα, οι προκλήσεις που αναδύονται από τις αλλεπάλληλες κρίσεις -υγειονομική, ενεργειακή, κλιματική, γεωπολιτική-, τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες, την ανάγκη υιοθέτησης φιλικών προς το περιβάλλον συστημάτων παραγωγής, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του πληθυσμού, έχουν ως αποτέλεσμα να παρατηρείται επαναπροσδιορισμός των στρατηγικών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον αγροδιατροφικό κλάδο.
Συγκεκριμένα, στον κλάδο των λιπασμάτων αναπτύσσονται ολοκληρωμένα προγράμματα διαχείρισης των θρεπτικών στοιχείων και προϊόντα λίπανσης, που στοχεύουν σε ολοκληρωμένες και εξειδικευμένες λύσεις.
Καλλιεργητικές πρακτικές βασισμένες στις αρχές τις ορθολογικής λίπανσης και προσαρμοσμένες στις τοπικές ανάγκες, προϊόντα λίπανσης που αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της λίπανσης, που παράγονται με χαμηλό ανθρακικό αποτύπωμα, αλλά και ψηφιακές εφαρμογές, αποτελούν λύσεις που έχουν προστεθεί στην εργαλειοθήκη των εταιρειών του κλάδου των λιπασμάτων για την επίτευξη των αγρονομικών, αλλά και των περιβαλλοντικών στόχων.
Ειδικότερα, προϊόντα λίπανσης με τεχνολογίες διαχείρισης του αζώτου, προϊόντα λίπανσης με βιοδιεγέρτες, καθώς και αλλαγές στην παραγωγική διαδικασία ώστε να παράγονται λιπάσματα με χαμηλό ανθρακικό αποτύπωμα, αλλά και εξειδικευμένα προγράμματα λίπανσης προσαρμοσμένα ανά καλλιέργεια, περιοχή και στις ανάγκες της βιομηχανίας τροφίμων, συνθέτουν τις σύγχρονες λύσεις του κλάδου των λιπασμάτων.
Η διαχείριση των θρεπτικών στοιχείων μέσα από ένα ολιστικό πρόγραμμα και η χρήση των κατάλληλων προϊόντων λίπανσης, συμβάλλουν στην προστασία των εδαφοϋδατικών πόρων και στη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της καλλιεργητικής διαδικασίας. Παράλληλα, ενισχύουν το δυναμικό απόδοσης των καλλιεργειών, μειώνουν τις απώλειες των θρεπτικών στοιχείων και αυξάνουν την αντοχή των φυτών σε αβιοτικές καταπονήσεις.
Είναι γεγονός ότι ο κλάδος των λιπασμάτων βρίσκεται σε ένα πλαίσιο συνεχούς μετασχηματισμού, αναθεωρώντας και επαναπροσδιορίζοντας τον τρόπο παραγωγής λιπασμάτων, αναπτύσσοντας νέα προϊόντα λίπανσης και λύσεις θρέψης φυτών. Ωστόσο, παρά τις αλλαγές, παραμένουν αμετάβλητες οι βασικές αρχές στη χρήση λιπασμάτων, που είναι η αύξηση της αξίας της αγροτικής παραγωγής με όρους ποιότητας και ποσότητας και η παραγωγή τροφίμων υψηλής διατροφικής αξίας.
Ακολούθησε συζήτηση με τους Δρ. Βασίλη Κωτούλα, Επικεφαλής του Προγράμματος Συμβολαιακής Καλλιέργειας Κριθαριού της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας και την Αρετή Κορνελάκη, CEO και Founder της Vendema Mon. IKE, εκπροσώπους από τον αγροδιατροφικό κλάδο. Η συζήτηση απέδειξε πρακτικά τη σύνδεση της θρέψης φυτών με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των αγροτικών προϊόντων, στοιχεία που είναι απαραίτητα για την παραγωγή τροφίμων υψηλής ποιότητας, ανταποκρινόμενα στις απαιτήσεις της βιομηχανίας.
Τονίστηκε ακόμη ότι η οικονομική βιωσιμότητα όλων των κρίκων της αγροδιατροφικής αλυσίδας, σε συνδυασμό με την ισορροπία ανάμεσα στην επίτευξη των φιλόδοξων περιβαλλοντικών στόχων της ΕΕ, αλλά και τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αποτελεί μια από τις σημαντικότερες σύγχρονες προσκλήσεις.
Και σε αυτό το πλαίσιο, η συνεργασία είναι ο μόνος τρόπος να μετατραπεί το momentum σε στοχευμένες δράσεις.