Ο ΣΠΕΛ έχει μια παράδοση να διοργανώνει ημερίδες στην Agrotica. Αυτή τη χρονιά όμως η ημερίδα είχε διαφορετική προσέγγιση. Στοχεύοντας στην ανάδειξη της διασύνδεσης της θρέψης των φυτών με την αλυσίδα παραγωγής τροφίμων, πλαισιώθηκε από εκπροσώπους της πολιτικής ηγεσίας, της ακαδημαϊκής και ερευνητικής κοινότητας της χώρας, από εκπροσώπους της βιομηχανίας του τροφίμου, της διοίκησης, των καταστημάτων γεωργικών εφοδίων, των αγροτών, του τύπου καθώς και εκπροσώπους του κλάδου των λιπασμάτων. Σε μια κατάμεστη αίθουσα το Σάββατο 1.2.2020 πραγματοποιήθηκε ένας ουσιαστικός και ανοιχτός διάλογος, όπου το κύριο ερώτημα που τέθηκε ήταν «Μπορεί ένα αγροτικό προϊόν να πάρει προστιθέμενη αξία μέσω της λίπανσης;»
Ο Νίκος Κουτσούγερας εκ μέρους του ΣΠΕΛ, ανοίγοντας την ημερίδα τόνισε ότι «Η εφαρμογή της γνώσης στο χωράφι και η συνεργασία με τη βιομηχανία τροφίμων, έτσι ώστε να αναδειχτούν τα οφέλη της λίπανσης στην αύξηση της αξίας της αγροτικής παραγωγής, αποτελούν βασικούς άξονες όλων των πρωτοβουλιών του ΣΠΕΛ. Ο κλάδος των λιπασμάτων της χώρας μας έχει ήδη προσανατολιστεί στη δημιουργία αξίας του τελικού προϊόντος της γεωργικής παραγωγής, του τροφίμου. Ιδιαίτερα στην χώρα μας τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συστηματική υπολίπανση, με αποτέλεσμα αυτή η συνεχής μείωση της χρήσης λιπασμάτων να προκαλεί υποβάθμιση της γονιμότητας των εδαφών και μείωση της παραγωγής, με σοβαρό αντίκτυπο και στην ποιότητα των παραγόμενων τροφίμων. Συνεπώς είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο της αειφορικής και πράσινης ανάπτυξης, να διαμορφωθούν εκείνες οι πολιτικές και στρατηγικές που θα ενισχύσουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των εδαφικών μας πόρων και θα ενισχύουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των καλλιεργειών. Προς αυτή την κατεύθυνση η σύνδεση όλων των εμπλεκομένων του χώρου μπορεί να συνδράμει στην επίτευξη των στόχων της Ελληνικής Γεωργίας »
Η κοινή πρακτική λίπανσης στο σιτάρι είναι 8-16 μονάδες Ν, 3-6 μονάδες P2O5 και 2-3 μονάδες K2O. Έχει αποδειχτεί ότι 1 μονάδα Ν θα δώσει 30-35 kg σπόρων. Συνεπώς είναι αναγκαίο για τον υπολογισμό της ποσότητας αζώτου που θα προστεθεί να ληφθεί υπόψη και η αναμενόμενη απόδοση των σιτηρών. Αντίστοιχα στο κριθάρι κοινή πρακτική λίπανσης περιλαμβάνει 7-12 μονάδες Ν, 3-5 μονάδες P2O5 και 2-3 μονάδες K2O.
Για τον προσδιορισμό της λίπανσης (τύπος, τρόπος, χρόνος, ποσότητα), ώστε να εξασφαλιστεί υψηλή ποιότητα και απόδοση, σημαντικό ρόλο παίζουν τα χαρακτηριστικά του εδάφους (μηχανική σύσταση, pH κ.ά.), η γονιμότητα του, η προηγούμενη καλλιέργεια, η ποικιλία, η άρδευση, η βροχόπτωση, η εδαφική υγρασία, η αναμενόμενη απόδοση κτλ.
Για το σιτάρι βέλτιστες θεωρούνται τρεις εφαρμογές αζώτου, ενώ για το κριθάρι δυο. Συγκεκριμένα στο σιτάρι συνιστάται η 1η εφαρμογή λίπανση (25% του Ν) να γίνεται στη σπορά, η 2η εφαρμογή (50% του Ν) από μέση-τέλος αδελφώματος έως έναρξη καλαμώματος και η 3η εφαρμογή (25% του Ν) από το 2ο γόνατο του καλαμώματος και εφόσον υπάρχει επάρκεια νερού έως και λίγο πριν το ξεστάχυασμα. Όλες οι μονάδες φωσφόρου και καλίου στο σιτάρι προστίθενται στη βασική λίπανση της καλλιέργειας, δηλαδή κατά την σπορά. Αντίστοιχα, στο κριθάρι 1/3 από τις απαιτούμενες μονάδες Ν και όλες οι μονάδες Ρ προστίθενται στη βασική λίπανση με τη σπορά, ενώ οι υπόλοιπες μονάδες Ν επιφανειακά, στις αρχές της άνοιξης ή στο τέλος του χειμώνα.
Τα κύρια συμπεράσματα της παρουσίασης του Δρ. Μυλωνά Ιωάννη ήταν: «Η υψηλή ποιότητα και η μεγάλη απόδοση στα χειμερινά σιτηρά επιτυγχάνεται μέσω της ορθολογικής λίπανσης, η οποία στοχεύει στην αντικατάσταση των θρεπτικών στοιχείων που απομακρύνθηκαν από την συγκομιδή ή τυχόν απώλειες (π.χ. έκπλυση) και στην αύξηση της διαθεσιμότητας θρεπτικών στοιχείων για τα οποία εμφανίζονται ελλείψεις. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υψηλή απόδοση και ποιότητα καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τα θρεπτικά στοιχεία που βρίσκονται σε ανεπάρκεια, η ορθολογική λίπανση με βάση τις ανάγκες τις καλλιέργειας είναι απαραίτητη για μια αειφορική και φιλική προς το περιβάλλον γεωργία. Η συνεργασία μεταξύ της βιομηχανίας Τροφίμων και Λιπασμάτων και των Ερευνητικών φορέων είναι αναγκαία για την προσέγγιση των στόχων.»
Για το σιτάρι βέλτιστες θεωρούνται τρεις εφαρμογές αζώτου, ενώ για το κριθάρι δυο. Συγκεκριμένα στο σιτάρι συνιστάται η 1η εφαρμογή λίπανση (25% του Ν) να γίνεται στη σπορά, η 2η εφαρμογή (50% του Ν) από μέση-τέλος αδελφώματος έως έναρξη καλαμώματος και η 3η εφαρμογή (25% του Ν) από το 2ο γόνατο του καλαμώματος και εφόσον υπάρχει επάρκεια νερού έως και λίγο πριν το ξεστάχυασμα. Όλες οι μονάδες φωσφόρου και καλίου στο σιτάρι προστίθενται στη βασική λίπανση της καλλιέργειας, δηλαδή κατά την σπορά. Αντίστοιχα, στο κριθάρι 1/3 από τις απαιτούμενες μονάδες Ν και όλες οι μονάδες Ρ προστίθενται στη βασική λίπανση με τη σπορά, ενώ οι υπόλοιπες μονάδες Ν επιφανειακά, στις αρχές της άνοιξης ή στο τέλος του χειμώνα.
Τα κύρια συμπεράσματα της παρουσίασης του Δρ. Μυλωνά Ιωάννη ήταν: «Η υψηλή ποιότητα και η μεγάλη απόδοση στα χειμερινά σιτηρά επιτυγχάνεται μέσω της ορθολογικής λίπανσης, η οποία στοχεύει στην αντικατάσταση των θρεπτικών στοιχείων που απομακρύνθηκαν από την συγκομιδή ή τυχόν απώλειες (π.χ. έκπλυση) και στην αύξηση της διαθεσιμότητας θρεπτικών στοιχείων για τα οποία εμφανίζονται ελλείψεις. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υψηλή απόδοση και ποιότητα καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τα θρεπτικά στοιχεία που βρίσκονται σε ανεπάρκεια, η ορθολογική λίπανση με βάση τις ανάγκες τις καλλιέργειας είναι απαραίτητη για μια αειφορική και φιλική προς το περιβάλλον γεωργία. Η συνεργασία μεταξύ της βιομηχανίας Τροφίμων και Λιπασμάτων και των Ερευνητικών φορέων είναι αναγκαία για την προσέγγιση των στόχων.»
Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε, με συντονιστές το Διευθυντή της Agrenda κ. Πανάγο και Ομότιμο Καθηγητή κ. Eλευθεροχωρινό, ανοιχτή συζήτηση με εκπροσώπους της βιομηχανίας τροφίμων, με σκοπό να αναλυθούν οι ανάγκες τους και η πρακτική τους εμπειρία.
Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του σκληρού σιταριού συνδέονται άμεσα με τα τελικά ποιοτικά χαρακτηριστικά των ζυμαρικών. Πιο συγκεκριμένα, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά που καθορίζει την ποιότητα των ζυμαρικών είναι η αντοχή στον βρασμό και αυτό διασφαλίζεται από την υψηλή ποσότητα πρωτεΐνης του σκληρού σιταριού. Η πρωτεΐνη δίνει αυτό που λένε οι Ιταλοί “al dente”, δηλαδή τη σκληρότητα μετά το βρασμό στα ζυμαρικά.
Για να επιτευχθεί η βέλτιστη συγκέντρωση πρωτεΐνης στο σκληρό σιτάρι, είναι σημαντικό να εφαρμόζονται οι αρχές της ορθολογικής λίπανσης: να εφαρμόζεται δηλαδή η αζωτούχος λίπανση στην κατάλληλη ποσότητα, ο κατάλληλος τύπος την κατάλληλη χρονική περίοδο και με τον κατάλληλο τρόπο εφαρμογής.»
Εννοείται ότι δεν παραλείπονται τα άλλα βασικά στοιχεία θρέψης της καλλιέργειας τα οποία θα συμβάλλουν στην καλή ανάπτυξη της φυτείας όπως και οι άλλες φροντίδες προστασίας της καλλιέργειας, προκειμένου να έχουμε και υψηλή στρεμματική απόδοση. Ο αγρότης για να παράγει προϊόν με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που επιθυμεί να παραλάβει η βιομηχανία τροφίμων, είναι αναγκαίος τόσο ο προσανατολισμός όσο και εκπαίδευσή του, με ακρίβεια και καθοδήγηση σε όλα τα στάδια παραγωγής.»
Στη συνέχεια ο κ. Θεοχαρίδης Κώστας ανέφερε το πώς οι αγρότες εισπράττουν την προστιθέμενη αξία των αγροτικών προϊόντων που παράγονται με βάση τις ποιοτικές προδιαγραφές που θέτει η βιομηχανία ζυμαρικών. «Όπως γνωρίζουμε, έχει επικρατήσει η αντίληψη ότι όταν έχουμε υψηλή παραγωγικότητα έχουμε και χαμηλή ποιότητα, ωστόσο στην πράξη αυτό αναιρείται, αφού όταν εφαρμοστούν βέλτιστες πρακτικές επιτυγχάνονται και υψηλές αποδόσεις και υψηλή ποιότητα. Εντέλει, ο παραγωγός θα πρέπει να θέλει να πάρει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα από το χωράφι του, βάζοντας στην εξίσωση την υψηλή στρεμματική απόδοση αλλά με εξαιρετική ποιότητα. Αυτό θα τον οδηγήσει σε υψηλότερες αποδοχές κατά 10% ή και 20%, διότι με τα κιλά παίρνει την “τιμή” και με την ποιότητα παίρνει την “υπεραξία” (ποιοτικό πριμ).»
Η βιομηχανία έχει παρατηρήσει σε μετρήσεις που έχει πραγματοποιήσει στα ελληνικά εδάφη ότι υπάρχει έλλειψη καλίου ειδικά σε εδάφη που δεν γίνεται αμειψισπορά. Συνεπώς, η προσθήκη καλίου, όπου και όταν απαιτείται μπορεί να συντελέσει στην αύξηση του μεγέθους του κόκκου, άρα και στην απόδοση, εξασφαλίζοντας για την παραγωγή καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά.»
Τα θρεπτικά στοιχεία που απαιτούνται από τα φυτά χωρίζονται σε μάκρο-στοιχεία και ίχνο-στοιχεία, ανάλογα με τη συγκέντρωσή τους στους φυτικούς ιστούς. Τα στοιχεία αυτά τα προσλαμβάνει από το έδαφος ή από τα φύλλα υπό διάφορες μορφές, ενώ η πιο σημαντική πηγή τροφοδοσίας είναι η παροχή λιπασμάτων. Τα θρεπτικά στοιχεία παίζουν σημαντικό ρόλο σε πολλές φυσιολογικές και βιοχημικές διεργασίες, όπως τη φωτοσύνθεση, την καρπόδεση, την ανάπτυξη του καρπού κ.ά. Σύμφωνα με το νόμο του ελαχίστου, το στοιχείο που τελικά καθορίζει την τελική ανάπτυξη και ευρωστία των φυτών είναι εκείνο το οποίο βρίσκεται σε έλλειψη, υποδεικνύοντας ότι για τη σωστή ανάπτυξη των φυτών και καρποφορία, όλα τα θρεπτικά στοιχεία θα πρέπει να βρίσκονται στις βέλτιστες συγκεντρώσεις.
Για να επιτευχθεί όμως η άριστη αυτή συγκέντρωση θα πρέπει να γνωρίζουμε τόσο τις βέλτιστες συγκεντρώσεις των στοιχείων αυτών στα φυτά όσο και να μπορούμε να τις προσδιορίσουμε. Σημαντικά εργαλεία για το σκοπό αυτό είναι η ανάλυση εδάφους, η φυλλοδιαγνωστική, η εμφάνιση των καλλιεργειών και οι διάφοροι συνδυασμοί τους. Γνωρίζοντας λοιπόν τι χρειάζεται ένα φυτό, είμαστε σε θέση να του το παρέχουμε, εφόσον όμως τηρήσουμε τους κανόνες της ορθής λίπανσης, βασιζόμενοι στη σωστή δόση λιπάσματος, στο σωστό χρόνο εφαρμογής του, με το σωστό τρόπο και με τη σωστή μορφή και ισορροπία θρεπτικών στοιχείων.
Η αξία της σωστής θρέψης των καρποφόρων δένδρων βασίζεται στην επίδρασή τους τόσο στην αύξηση του δένδρου όσο και στα ποιοτικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά των καρπών, καθώς πολλές φορές υπό έλλειψη θρεπτικών στοιχείων εμφανίζονται παραμορφώσεις καρπών, τραχιά επιφάνεια φλοιού, φελλώδεις βυθισμένες περιοχές στη σάρκα των καρπών, μικροκαρπία, υπανάπτυκτα έμβρυα (στην περίπτωση των ακροδρύων), χαμηλή ελαιοπεριεκτικότητα (στην ελιά), έκκριση κόμμεος (ροδακινιά, αμυγδαλιά), μικρή περίοδο συντήρησης στα ψυγεία και μαλακή σάρκα (μήλα, αχλάδια, ακτινίδια) κτλ. Παράλληλα όμως επηρεάζονται και λειτουργικά χαρακτηριστικά όπως η συγκέντρωση σε βιταμίνη C, σε καροτινοειδή, στις φαινολικές και αντιοξειδωτικές ενώσεις και στην οξειδωτική σταθερότητα του προϊόντος κ.ά.
Το λίπασμα είναι λοιπόν η τροφή της τροφής μας, αλλά και πολύ περισσότερα. Είναι το βασικό θεμέλιο αύξησης, ανάπτυξης και καρποφορίας των δένδρων, προσφέροντας όλα εκείνα τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία για την επίτευξη μιας παραγωγής υψηλής οικονομικής αλλά και θρεπτικής αξίας.»
Συγκεκριμένα ανέφερε: «Το ερώτημα της ημερίδας αυτής έχει ειδική βαρύτητα ειδικά σε μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά σαν τη φετινή για τις δενδρώδεις καλλιέργειες, αφού οι τιμές των αγροτικών προϊόντων δεν είναι οι ενδεδειγμένες, με αποτέλεσμα να έχουν δημιουργηθεί στους αγρότες αναστολές γύρω από τη θρέψη. Και εδώ, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική γίνεται το μεγάλο λάθος. Το ερώτημα είναι το εξής: «Πρέπει να υπολιπαίνουμε ή να λιπαίνουμε σωστά ώστε κάθε χρόνο να έχουμε αυξημένη και ποιοτική παραγωγή? Αν και η απάντηση είναι προφανής, η εισροή που κόβει πρώτα ο αγρότης σε περιπτώσεις οικονομικών δυσκολιών είναι το λίπασμα! Παρόλο που το λίπασμα συμμετέχει σημαντικά στην αύξηση των αποδόσεων και στη βελτίωση της ποιότητας της παραγωγής.
Τα στοιχεία είναι ξεκάθαρα: αν εφαρμοζόταν στα 100 εκατομμύρια ελαιόδεντρα της Νότιας Ελλάδας, έστω μια λίπανση συντήρησης 2 κιλών/ δέντρο (με βάση τις καμπύλες απορρόφησης των θρεπτικών στοιχείων στη συγκεκριμένη καλλιέργεια και με αναλογία N:P:K 3:1:2), θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται 200.000 τόνοι λιπάσματος. Και αυτό το νούμερο είναι μόνο για την κάλυψη των ελάχιστων αναγκών θρέψης των δέντρων της Ελίας στη Νότια Ελλάδα! Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία του ΣΠΕΛ, η συνολική κατανάλωση στην περιοχή και για όλες τις καλλιέργειες το 2019 είναι 136.000 τόνοι., μειωμένη κατά 50.000 τόνους σε σχέση με πέρυσι και 65.000 τόνους χαμηλότερη όταν προσθέτουμε και την Κρήτη! Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής, δηλαδή της μείωσης της χρήσης λιπασμάτων, θα είναι η περαιτέρω μείωση της παραγωγής και της ποιότητας της καλλιέργειας.
Από την πλευρά του ο κ. κ. Μοναστηρίδης Δημήτρης – Γεν. Διευθυντής, της Νοnagreen AE, ανέφερε ότι «Στη δενδροκομία υπάρχει το εξής βασικό χαρακτηριστικό, η λίπανση δεν καθορίζει την ποιότητα και την ποσότητα της παραγωγής μόνο της τρέχουσας χρονιάς, αλλά και των επόμενων και για αυτό η σημασία της ορθολογικής θρέψης των καρποφόρων δέντρων είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ωστόσο αυτό που παρατηρείται στην Κεντρική Μακεδονία, είναι μια συνεχής μείωση της χρήσης λιπασμάτων, με αποτέλεσμα να παρατηρείται αντίστοιχη υποβάθμιση της παραγωγής.»
Κλείνοντας την ημερίδα εκτός από τα επιμέρους συμπεράσματα τονίστηκε ότι
H βιομηχανία τροφίμων ζητά συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά από τα αγροτικά προϊόντα, τα οποία μπορούν να επιτευχθούν και να ενισχυθούν εφαρμόζοντας τις αρχές τις ορθολογικής θρέψης των καλλιεργειών.
Η αξία των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων αυξάνεται με τη σωστή θρέψη των καλλιεργειών.
Οι κοινές δράσεις μεταξύ εταιρειών λιπασμάτων, εταιρειών μεταποίησης και τροφίμων, καθώς και ερευνητικών φορέων είναι ο μόνος δρόμος για την παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας.
Οι κοινές δράσεις μεταξύ εταιρειών λιπασμάτων, εταιρειών μεταποίησης και τροφίμων, καθώς και ερευνητικών φορέων είναι ο μόνος δρόμος για την παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας.
Έχει ιδιαίτερη σημασία όλοι οι συντελεστές του χώρου να συνδράμουν με τον τρόπο τους, ώστε να μεταφερθεί η γνώση στον αγρότη και να αναδειχτούν τα καλά παραδείγματα.