Σύνδεσμος Παραγωγών & Εμπόρων Λιπασμάτων    
Βούρβαχη 16 - 11743 - Αθήνα
+30 210 3224 872

Ανάγκες σε θρεπτικά στοιχεία στην καλλιέργεια ελιάς

Έχει αποδειχτεί ότι η καλλιέργεια της ελιάς έχει υψηλές απαιτήσεις σε θρεπτικά στοιχεία, κυρίως αζώτου, καλίου, μαγνησίου και βορίου, των οποίων η διαθεσιμότητα επηρεάζει την επιτυχία της καλλιέργειας.
Ερευνητικά δεδομένα έχουν δείξει ότι για έναν ελαιώνα 1000 m2 η ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που προσλαμβάνεται ετήσια ανά δέντρο είναι 1,5-3,5 κιλά N, 0,4- 0,8 κιλά P και 1-5 κιλά K και 2-5 κιλά Ca. Οι ποσότητες θρεπτικών (N, P, K, Ca) που απαιτούνται για την παραγωγή 100 κιλά καρπού, 50 κιλά φύλλων και 50 κιλά ξύλου παρουσιάζονται στον Πίνακα:
 
elia 1 pinakas 
 
Ο ΣΠΕΛ συνιστά ο καθορισμός του πλάνου λίπανσης της καλλιέργειας της ελιάς να βασίζεται στα αποτελέσματα της εδαφολογικής ανάλυσης και φυλλοδιαγνωστικής για την επίτευξη υψηλής ποιοτικής παραγωγής.
Η ελιά είναι απαιτητική σε άζωτο ώστε να αντιδρά σχεδόν πάντα στην αζωτούχο λίπανση με έντονη βλάστηση.
 
Άζωτο: Σπουδαιότερο θρεπτικό στοιχείο όσον αφορά τη βλάστηση και την παραγωγή της ελιάς. Ενισχύει το υψηλό ποσοστό τέλειων ανθέων, την υψηλή καρπόδεση, αυξάνει την καρποφορία, τον αριθμό και το βάρος των καρπών, προάγει τη γρήγορη ανάπτυξη της ανοιξιάτικης βλάστησης, βοηθώντας στην ευδοκίμηση της καλλιέργειας με ξηροθερμικό κλίμα, προωθεί τη φυσιολογική ωρίμαση των ανθέων της ελιάς, βελτιώνει τα επίπεδα καρπόδεσης, μειώνει την ένταση του φαινομένου της  παρενιαυτοφορίας.
 
Φώσφορος: Δομικό στοιχείο πολλών ενώσεων (ATP, ADP, DNA, RNA), συμβάλλει στην άνθηση, την καρπόδεση, την ωρίμανση και γενικότερα στην ποιότητα των προϊόντων.
 
Κάλιο: Αυξάνει την παραγωγή, το βάρος και το μέγεθός του καρπού και την περιεκτικότητα του καρπού σε ελαιόλαδο. Η πιο συχνή τροφοπενία (έλλειψη) που συναντάται στην καλλιέργεια ελιάς.
 
Βόριο: Αυξάνει την ανθοφορία, την καρπόδεση, την αύξηση της παραγωγής και της ποιότητας του καρπού.
 
 elia grafima 2
Διάγραμμα: Ρυθμός πρόσληψης θρεπτικών στοιχείων στην ελιά
 
Εποχή εφαρμογής / Συνιστώμενες δοσολογίες: Οι ανάγκες της ελιάς σε άζωτο είναι ιδιαίτερα αυξημένες στα  στάδια της  διαφοροποίησης των οφθαλμών και της καρπόδεσης. Οι εφαρμογές αζώτου προς το τέλος του χειμώνα, πριν τη διαφοροποίηση των ανθοφόρων οφθαλμών και πριν την έναρξη της νέας βλάστησης εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα του αζώτου στα στάδια ανάπτυξης της καλλιέργειας. Υψηλές απαιτήσεις σε άζωτο η ελιά εμφανίζει επίσης και κατά τη διάρκεια της ανθικής περιόδου και κυρίως μετά την ολοκλήρωση της καρπόδεσης, καθώς και την περίοδο της ταχείας αύξησης των καρπών, για αυτό συνίσταται και στα στάδια αυτά να υπάρχει επάρκεια αζώτου. Ανάλογα με τις εδαφικές ιδιότητες, την εδαφική υγρασία, τις καλλιεργητικές τεχνικές, την ηλικία και την παραγωγή του δέντρου συνιστάται η ετήσια χορήγηση αζώτου να είναι 1–1,5 κιλά ανά δέντρο. Επίσης συνιστάται η αναλογία φωσφόρου προς αζώτου (Ρ:Ν), όταν προστίθενται φωσφορικά λιπάσματα να είναι 1:3. Το ύψος της καλιούχο λίπανσης καθορίζεται με βάση το ύψος της της αζωτούχο λίπανσης. Σε ελαιώνες που στο παρελθόν δεν έχει γίνει καλιούχος λίπανση, καλό είναι για μερικά χρόνια να προστεθεί κάλιο σε διπλάσια ποσότητα από το χορηγούμενο άζωτο. Στη συνέχεια μπορεί να ακολουθηθεί λίπανση συντήρησης, η οποία είναι ίση με τη δόση του αζώτου. Για την κάλυψη των υψηλών απαιτήσεων της καλλιέργειας σε κάλιο συνίσταται οι εφαρμογές να γίνονται το χειμώνα ή στο τέλος του χειμώνα ανάλογα με τη διαθεσιμότητα του νερού στην περιοχή εφαρμογής και στις χρονιές με υψηλή παραγωγικότητα, είναι αναγκαίο να υπάρχει διαθεσιμότητα καλίου την περίοδο της ταχείας αύξησης των καρπών (μέσα καλοκαιριού).
 
H ποσότητα και το είδος των θρεπτικών στοιχείων που απαιτείται να προστεθούν μέσω της λίπανσης σε μια καλλιέργεια καθορίζονται από την επιδιωκόμενη απόδοση σε συνδυασμό με την επιθυμητή ποιότητα και χρήση του παραγόμενου προϊόντος, καθώς και τις εδαφικές ιδιότητες και τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή καλλιέργειας.
Ο βέλτιστος χρόνος εφαρμογής της Λίπανσης, ώστε τα θρεπτικά στοιχεία να είναι διαθέσιμα για να καλύψουν τις ανάγκες της καλλιέργειας σε όλα τα στάδια ανάπτυξής της, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα επιτυχίας της παραγωγικής διαδικασίας. Παράλληλα, η προσθήκη της κατάλληλης ποσότητας λιπάσματος και των απαραίτητων θρεπτικών στοιχείων τόσο στα αρχικά στάδια της καλλιέργειας όσο και κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής των φυτών, εξασφαλίζει αυξημένη παραγωγή ποιοτικών προϊόντων.
Ο προσδιορισμός των εδαφικών ιδιοτήτων και των διαθέσιμων θρεπτικών στοιχείων και η γνώσης της θρεπτικής κατάστασης των καλλιεργειών συνιστούν πολύτιμα εργαλεία για τον παραγωγό για να επιτευχθούν οι στόχοι του, δηλαδή μεγάλη παραγωγή και υψηλή ποιότητα. Για το λόγο αυτό συνίσταται πριν τη λίπανση να πραγματοποιείται εδαφολογική ανάλυση και όπου απαιτείται φυλλοδιαγνωστική ανάλυση, ώστε να προσδιορίζονται τα διαθέσιμα θρεπτικά  στοιχεία και να  προγραμματίζεται με ακρίβεια το σχέδιο ορθολογικής λίπανσης.
Ο ΣΠΕΛ επεξεργάζεται στοιχεία από διεθνείς έρευνες, αποτελέσματα από πολυετή πειράματα και βέλτιστες καλλιεργητικές πρακτικές και παρέχει συγκεκριμένες οδηγίες ανά καλλιέργεια για την εφαρμογή της ορθολογικής λίπανσης στη χώρα και το ρόλο των θρεπτικών στην παραγωγή προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας.
 
Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία του ΣΠΕΛ, στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική μείωση της χρήσης λιπασμάτων. Η συστηματική αυτή μείωση επιφέρει πλήθος αρνητικών επιπτώσεων τόσο στην παραγωγή όσο και στη γονιμότητα των εδαφών μας. Συγκεκριμένα, επηρεάζει τη μείωση της παραγωγής, υποβαθμίζει την ποιότητα των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων, με αποτέλεσμα τη μη επίτευξη του μέγιστου δυναμικού παραγωγής. Η ορθολογική λίπανση διασφαλίζει την υψηλή παραγωγικότητα των εδαφικών πόρων, την εξασφάλιση υψηλών και ποιοτικών αποδόσεων των καλλιεργειών και κατ’ επέκταση την παραγωγή προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας. Συνεπώς τα παραγόμενα αγροτικά προϊόντα με την ορθολογική λίπανση καθίστανται ανταγωνιστικά στην ευρωπαϊκή και στη διεθνή αγορά, αυξάνοντας σε σημαντικό βαθμό τις δυνατότητες εξαγωγών και ταυτόχρονα αποδίδοντας καλύτερη τιμή στον Έλληνα Παραγωγό, εξασφαλίζοντάς του ικανοποιητικό εισόδημα.
 
Βιβλιογρραφία
Fernández-Escobar R., R. Moreno, M. García-Creus, 1999, Seasonal changes of mineral nutrients in olive leaves during the alternate-bearing cycle, Scientia Horticulturae, 82, pp 25-45.
Karyotis T., G. Arampatzis, A. Panagopoulos, E. Hatzigiannakis, E. Tziritis, K. Karyoti and J. Vrouchakis, 2014, Nutrients, trace elements and water deficit in Greek soils cultivated with olive trees Environmental quality, 13, pp 09-20.
Perica J., P.H. Brown, J.H. Connell and H. Hu, 2002, Olive response to foliar B application, Acta Horticulturae 586, pp 381–382.
Rodrigues M.A., F. Pavγo, J.I. Lopes, V. Gomes, M. Arrobas, J. Moutinho-Pereira, S. Ruivo, J.E Cabanas and C.M. Correia, 2011, Olive yields and tree nutritional status during a four year period without nitrogen and boron fertilization, Communication Soil Science Plant Analysis, 42 (7), pp 803–814.
Roussos P., Olive training and pruning Agricultural University of Athens, Greece, Laboratory of Pomology, Iera Odos, 75.
Therios I., 2009, Olives Crop production science in horticulture, Ch. 18, Mineral Nutrition of the Olives, pp 179-209.
 
 To άρθρο αποτελεί περίληψη του άρθρου του ΣΠΕΛ που δημοσιεύτηκε το 2017 επίσης στην ιστοσελίδα του ΣΠΕΛ 
Δρ. Γιαννακοπούλου Φωτεινή,  Γεν. Διευθύντρια ΣΠΕΛ
Συνεργάτες: Αγάπη- Γεωργία Κατσουλιέρη και η Σπυριδούλα Χαβαλίνα